Σημάδια
μιας βαθιάς παρακμής καταγράφονται καθημερινά στην Ελλάδα, με τη
φτώχεια να θεριεύει και να πλήττει όλο και μεγαλύτερα κομμάτια του
πληθυσμού.
Και μαζί με τη φτώχεια και τα συντηρητικά παρακολουθήματά της, όπως ο φόβος, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια για το μέλλον, τα οποία με τη σειρά τους πυροδοτούν φαινόμενα όπως η ρατσιστική και φασιστική βία.
Το πλέον ανησυχητικό βέβαια είναι η αποδοχή αυτής της βίας και το ζόφου από κάποια τμήματα του πληθυσμού που αναζητούν μια δυναμική απάντηση στα προβλήματα που θεωρούν ότι οι υπόλοιποι πολιτικοί δεν μπορούν ή δεν θέλουν να λύσουν.
Ο φασισμός για τους απλούς ανθρώπους ήταν πάντα ένα πρακτικό και όχι θεωρητικό ζήτημα. Ήταν μια αγωνιώδης προσπάθεια γι’ αυτούς να «κόψουν δρόμο» στις ιστορικές εξελίξεις και να πετύχουν «εδώ και τώρα» αυτό που οι θεωρητικοί και οι κλασικοί πολιτικοί τούς υπόσχονταν ότι θα γίνει στο μέλλον.
Η ανεργία, η υποβάθμιση των όρων ζωής, η περιθωριοποίηση και η ανέχεια για το κοινό αυτό δεν επιδέχονται απάντησης που θα αφορά «το μέλλον της Ε.Ε ή της ευρωζώνης» ή ακόμα περισσότερο που θα έχει ένα θεωρητικό χαρακτήρα για το λεγόμενο Κοινωνικό Ζήτημα.
Αυτό ακριβώς είναι που πρέπει να καταλάβουν οι πολιτικές ηγεσίες τόσο της συγκυβέρνησης, όσο και της αντιπολίτευσης, δεξιάς και αριστεράς.
Όσο το γήπεδο των καθημερινών προβλημάτων μένει κενό για τη Χρυσή Αυγή, όσο τούς επιτρέπεται να εμφανίζονται ως προστάτες των αδυνάτων και μαχητές κατά των εισβολέων, τόσο η νεοναζιστική οργάνωση θα αποθρασύνεται και θα διευρύνει τη δράση της.
Όταν για χρόνια οι εκπρόσωποι του «εργατικού κινήματος» περιόρισαν το ρόλο τους σε ωμή συναλλαγή με τις κυβερνήσεις, αφήνοντας τους μετανάστες αποκομμένους και απροστάτευτους, άνοιγαν το δρόμο για τη σημερινή δαιμονοποίηση των τελευταίων, τώρα που η κίβδηλη ανάπτυξη έχει αποδειχτεί φενάκη.
Σε μια εποχή που οι περισσότεροι πολιτικοί αποδεικνύονται άβουλα μειράκια και βολοδέρνουν χωρίς όραμα στην πολιτική σκηνή, οι τραμπούκοι της Χρυσής Αυγής πιθανώς να φαντάζουν στα μάτια κάποιων πολιτών ως το δυναμικό υποκατάστατο για τις σημερινές περιστάσεις.
Σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ που απαιτείται η αφύπνιση των δημοκρατικών ανακλαστικών και αυτό προπάντων αφορά όσους διακηρύσσουν ότι θέλουν μιαν άλλη πορεία για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Και μαζί με τη φτώχεια και τα συντηρητικά παρακολουθήματά της, όπως ο φόβος, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια για το μέλλον, τα οποία με τη σειρά τους πυροδοτούν φαινόμενα όπως η ρατσιστική και φασιστική βία.
Το πλέον ανησυχητικό βέβαια είναι η αποδοχή αυτής της βίας και το ζόφου από κάποια τμήματα του πληθυσμού που αναζητούν μια δυναμική απάντηση στα προβλήματα που θεωρούν ότι οι υπόλοιποι πολιτικοί δεν μπορούν ή δεν θέλουν να λύσουν.
Ο φασισμός για τους απλούς ανθρώπους ήταν πάντα ένα πρακτικό και όχι θεωρητικό ζήτημα. Ήταν μια αγωνιώδης προσπάθεια γι’ αυτούς να «κόψουν δρόμο» στις ιστορικές εξελίξεις και να πετύχουν «εδώ και τώρα» αυτό που οι θεωρητικοί και οι κλασικοί πολιτικοί τούς υπόσχονταν ότι θα γίνει στο μέλλον.
Η ανεργία, η υποβάθμιση των όρων ζωής, η περιθωριοποίηση και η ανέχεια για το κοινό αυτό δεν επιδέχονται απάντησης που θα αφορά «το μέλλον της Ε.Ε ή της ευρωζώνης» ή ακόμα περισσότερο που θα έχει ένα θεωρητικό χαρακτήρα για το λεγόμενο Κοινωνικό Ζήτημα.
Αυτό ακριβώς είναι που πρέπει να καταλάβουν οι πολιτικές ηγεσίες τόσο της συγκυβέρνησης, όσο και της αντιπολίτευσης, δεξιάς και αριστεράς.
Όσο το γήπεδο των καθημερινών προβλημάτων μένει κενό για τη Χρυσή Αυγή, όσο τούς επιτρέπεται να εμφανίζονται ως προστάτες των αδυνάτων και μαχητές κατά των εισβολέων, τόσο η νεοναζιστική οργάνωση θα αποθρασύνεται και θα διευρύνει τη δράση της.
Όταν για χρόνια οι εκπρόσωποι του «εργατικού κινήματος» περιόρισαν το ρόλο τους σε ωμή συναλλαγή με τις κυβερνήσεις, αφήνοντας τους μετανάστες αποκομμένους και απροστάτευτους, άνοιγαν το δρόμο για τη σημερινή δαιμονοποίηση των τελευταίων, τώρα που η κίβδηλη ανάπτυξη έχει αποδειχτεί φενάκη.
Σε μια εποχή που οι περισσότεροι πολιτικοί αποδεικνύονται άβουλα μειράκια και βολοδέρνουν χωρίς όραμα στην πολιτική σκηνή, οι τραμπούκοι της Χρυσής Αυγής πιθανώς να φαντάζουν στα μάτια κάποιων πολιτών ως το δυναμικό υποκατάστατο για τις σημερινές περιστάσεις.
Σήμερα είναι περισσότερο από ποτέ που απαιτείται η αφύπνιση των δημοκρατικών ανακλαστικών και αυτό προπάντων αφορά όσους διακηρύσσουν ότι θέλουν μιαν άλλη πορεία για την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου