Τι χρειάζεται για να ξεσπάσει μια μεγάλη και ιστορική οικονομική κρίση;
Ο απολογισμός της ιστορίας δείχνει ότι οι κρίσεις ξεσπούν ακόμη και από μη οικονομικές αιτίες. Ανάμεσα σε αυτές, η ιδεολογία της κρίσης παίζει καθοριστικό ρόλο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, ο Αυστριακός Γιόζεφ Σουμπέτερ απέδιδε τις κυκλικές κρίσεις του καπιταλισμού στην κυμαινόμενη ψυχική διάθεση των επενδυτών: όταν οι προβλέψεις είναι αισιόδοξες, τότε επενδύουν μαζικά, με συνέπεια την ανοδική πορεία της οικονομίας. Όταν οι προβλέψεις είναι απαισιόδοξες, τότε αποσύρουν κεφάλαια από τις επιχειρήσεις, με συνέπεια την κρίση και την οικονομική συρρίκνωση.
Η αμερικανική οικονομία δεν βγήκε από την κρίση του 1930, παρά μόνον όταν ο πρόεδρος Ρούζβελτ εγγυήθηκε στους επιχειρηματίες την άνοδο τιμών, αντί της μέχρι τότε καθοδικής πορείας του. Σήμερα πάλι, στη μείζονα κρίση του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου συστήματος, ο ρόλος της ιδεολογίας παραμένει καθοριστικός.
Ο αρθρογράφος των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» Μάρτιν Γουλφ ομολογεί ότι μόλις σήμερα (2012) κατανοεί το πώς επήλθε η μεγάλη κρίση του 1930, που όλοι έβλεπαν να έρχεται και κανείς δεν στάθηκε ικανός να αποτρέψει.
Δεν αρκεί η οικονομία να είναι εύθραυστη ούτε ότι το νόμισμα παραμένει δύσκαμπτο και δυσπροσάρμοστο στις ανάγκες της οικονομίας, χρειάζεται επίσης να είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση ότι «αξίζουμε να τιμωρηθούμε για την άμμετρη ευωχία, την οποία υποτίθεται ότι βιώσαμε κατά την προηγηθείσα περίοδο».
Σε κάθε κρίση καταγράφεται μια «τιμωρητική διάθεση», που ανταποκρίνεται στις απαισιόδοξες και αρνητικές προσδοκίες της κοινής γνώμης, στο συναίσθημα ότι προηγήθηκε η υπερβολή και η ύβρις, ώστε η κρίση να προσλαμβάνεται ως «αναγκαία επανορθωτική διαδικασία», προκειμένου να αναδιαρθρώσει τα πράγματα για μια νέα επανεκκίνηση.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που κατανοούν την κρίση ως «επιβεβλημένη εξιλέωση» για κάποια ακόμη και κατά φαντασίαν «αμαρτήματα». Ακόμη και ο τραπεζικός πανικός (bank run), οσάκις εκδηλώνεται, δεν εμφορείται από ορθολογική αντιμετώπιση, αλλά κυρίως από ενοχοποιημένη συνείδηση. Χρειάζεται ιδεολογική καταρράκωση του πληθυσμού για να ξεσπάσει η βαθιά οικονομική κρίση, απεριόριστη δυσπιστία έναντι της πολιτικής ηγεσίας, απώλεια κάθε σημείου αναφοράς.
Σήμερα, οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες, σημειώνει ο Βρετανός αρθρογράφος, αντί να διαλύουν τους φόβους της κοινής γνώμης, τους εξάπτουν, με τον υπολογισμό ότι θα αντλήσουν έτσι πολιτικά οφέλη. Έτσι, φυσικά, η μείζων κρίση δεν αποτρέπεται, αλλά επισπεύδεται.
Σύμφωνα με τον Αμερικανό νομπελίστα της οικονομίας Πολ Κρούγκμαν, οι πολιτικές λιτότητας, που σήμερα κατά κόρον κατακλύζουν την Ευρώπη, δεν αποβλέπουν στην απεμπλοκή της από την ύφεση, αλλά κυρίως στην εκμετάλλευσή της από αυτούς που την έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να την τροφοδοτούν.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι η επιλογή της ύφεσης δεν θα ήταν δυνατή, αν δεν υπήρχε διάχυτη στην κοινή γνώμη η «νοοτροπία», που αντιλαμβάνεται τον οικονομικό πόνο ως «λύτρωση» και «εξιλέωση» για την «υπερβολική σπατάλη», που υποτίθεται πως είχε προηγηθεί. Το σύνδρομο αυτό ονομάζει «σαδομονεταρισμό». Όποιες και αν είναι οι βαθύτερες ρίζες του, σημειώνει, οδηγεί στην απόλυτη καταστροφή, δικαιολογώντας οποιαδήποτε επιλογή στο όνομα της διάσωσης των τραπεζών. Μόνον όταν η καταστροφή ολοκληρωθεί θα μπορέσει η νοοτροπία αυτή να ξεπεραστεί.
Στην Ελλάδα, η κρίση επιδιώκει ιδεολογική νομιμοποίηση, ενοχοποιώντας την κοινή γνώμη για κάποιο μεγάλο φαγοπότι που προηγήθηκε και στο οποίο ο κόσμος της εργασίας δεν έλαβε μέρος. Στη χώρα με το χαμηλότερο στην Ευρώπη κόστος δημόσιας διοίκησης εδραιώνεται η ατεκμηρίωτη πεποίθηση περί «σπάταλου κράτους».
Στη χώρα με τον υψηλότερο στην Ευρώπη σχηματισμό πάγιου κεφαλαίου κατά την 8ετία 2001-2008 διαπιστεύεται η ιδέα του υπερκαταναλωτισμού ως αιτία της κρίσης. Η ένοχη συνείδηση επιβαρύνεται με αδιάκοπο σφυροκόπημα περί πελατειακών σχέσεων και διαφθοράς. Ωστόσο, κάθε ελληνική «ιδιαιτερότητα», όσο μεγάλη και αν θεωρηθεί, ωχριά σε σύγκριση με το καθοριστικό κενό ευρωπαϊκής διαχείρισης της κρίσης.
Η κερδοσκοπία που σήμερα πλήττει την Ευρώπη απορρέει από την ανισομέρεια ανάμεσα στις χώρες – μέλη. Θα όφειλε το ευρωπαϊκό σύνολο να καλύπτει τις αποκλίσεις των μελών του. Αντ΄ αυτού, τις αφήνει ακάλυπτες, τις προσφέρει στην κερδοσκοπία, ενοχοποιώντας γι' αυτό τα θύματα.
Όταν τα τελευταία «κατανοούν» την εξόντωσή τους, τότε μόνον η ολοκλήρωση της καταστροφής μπορεί να εξαντλήσει την ιδεολογία της καταστροφής.
Πηγή: απεργιακή Ελευθεροτυπία, 16/6/2012
Πηγη