Είναι ένα
«Απλοϊκό τραγούδι» του Λόρκα, όπως το είχε τιτλοδοτήσει ο ίδιος.
«Απλοϊκό», ναι, πάντως τους τέσσερις πρώτους στίχους θα τους ζήλευε ο
Μπρεχτ, και ίσως να ’χαν θέση σε κάποιο δράμα του Σαίξπηρ, λ.χ. στον
«Εμπορο της Βενετίας».
«Μαμά, θα ’θελα να ’μουν από χρήμα.
Γιε μου,
θα κρύωνες πολύ»:
Αυτοί είναι οι στίχοι του Ισπανού ποιητή
(μεταφρασμένοι από τον Φ. Ηλιάδη), που μεμιάς ζωγραφίζουν ολόκληρο
κόσμο.
Από τη μια το πιτσιρίκι, που όπως
συμβαίνει με όλα τα πιτσιρίκια της υφηλίου (όχι, ψέματα, της
«αναπτυγμένης» μόνο υφηλίου, γιατί σε μεγάλα τμήματά της τα παιδιά δεν
προλαβαίνουν να μεγαλώσουν), ήρθε η στιγμή ν’ απαντήσει τι θέλει να
γίνει όταν μεγαλώσει. Θαμπωμένο από τα ωραία ζεστά σπίτια, τα ωραία
ζεστά ρούχα και τα όμορφα παιχνίδια των συνομηλίκων του, που είναι σαν
κι αυτόν πλην όχι ακριβώς σαν κι αυτόν, απαντά πως θα ’θελε να είναι
«από χρήμα». Κι από την άλλη η έμπειρη μάνα. Που κάτι στέρεο πρέπει ν’
αντιτάξει στο όνειρο του γιου της. Του λέει λοιπόν κάτι που θα το νιώσει
αμέσως: πως αν ήταν από χρήμα, θα κρύωνε. Κι ας είχε το πιο ζεστό σπίτι
του κόσμου και τα πιο ζεστά ρούχα.
Τον Λόρκα τον αγαπούν πολύ στην
Ισπανία. Αν έχουν τη συνήθεια να κάνουν σύνθημα τους στίχους των ποιητών
(όπως εμείς με το «Αντισταθείτε» του Μιχάλη Κατσαρού, που με τον καιρό
ξεχάστηκε πως είναι δική του η προτροπή), δεν το ξέρω. Αν όμως έγραφαν
με μεγάλα γράμματα στο πανό τους το «Απλοϊκό τραγούδι» του ποιητή τους,
θα ’πρεπε να επινοήσουν και μια δεύτερη ανθρώπινη γλώσσα, μεταφραστική,
για να το μεταγλωττίσουν έτσι που να υπάρχει κάποια πιθανότητα να το
κατανοήσουν όσοι είναι «από χρήμα». Γιατί υπάρχουν τέτοιοι. Λεγεώνες
ολόκληρες. Και δεν πρόκειται για τους συνήθεις, με τα εργοστάσια, τα
καράβια, τα τσιφλίκια, τις καταθέσεις. Αυτοί εξακολουθούν να έρχονται
από έναν κόσμο αναγνωρίσιμο, άρα στοιχειωδώς ελέγξιμο.
Πρόκειται για το νέο υβριδικό είδος
που, ανθρωπομορφιστές όπως είμαστε, του αποδίδουμε ονόματα όπως
«επενδυτές» ή «χρηματιστές» και παρατσούκλια όπως «γιάπηδες» για να το
εντάξουμε κάπου, σε ένα σύστημα οικείων σημείων, μήπως το κατανοήσουμε.
Είναι άνθρωποι από χρήμα όχι επειδή το χρήμα ρέει στις φλέβες τους αντί
για αίμα. Οχι. Αλλο πράμα φαντάστηκε ο Λόρκα, άλλο θηρίο: Εναν νέου
τύπου κένταυρο, δέκα φορές πιο αλλόκοτο, μισό άνθρωπο - μισό νόμισμα,
που όσο χρήμα κι αν έχει για να το καίει και να ζεσταίνεται, αυτός
πάντοτε θα κρυώνει· γιατί στη θέση της καρδιάς είναι το δολάριο, στη
θέση του μυαλού το ευρώ, το ένα πνευμόνι γιεν, τ’ άλλο ρούβλι ή γουάν.
Υπάρχουν τέτοιοι χρηματάνθρωποι.
Είκοσι από δαύτους αμείβονται με ποσά που θα έφταναν για να ζήσει μια
λιμοκτονούσα αφρικανική χώρα. Και δεν προλαβαίνουν να τα χαρούν. Δεν
είναι αυτός ο στόχος τους άλλωστε. Η χαρά τους δεν είναι η συσσώρευση
χρήματος αλλά η καταστροφή ανθρώπων και χωρών. Και μονόπολι αν έπαιζαν,
κάτι θα ’νιωθαν.
αναδημοσίευση από την Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου