Όπως ο σπιτονοικοκύρης που γυρνά στο διαμέρισμά του και το βρίσκει ανάστατο από τους διαρρήκτες θα αισθάνονται σε λίγο καιρό όλοι οι Έλληνες. Όταν θα έχουν ξεπουληθεί όλα τα «ασημικά της οικογένειας» για ένα κομμάτι ψωμί – και οι ξένοι θα χαρακτηρίζουν... «τίγρη» την ελληνική οικονομία –, τότε θα αποκαλυφθεί το μέγεθος της ληστείας.
Όταν, όμως, γίνεται λόγος για τις ενεργειακές επιχειρήσεις, δεν πρόκειται για απλά ασημικά, ούτε για κειμήλια μιας κάποιας εποχής. Πρόκειται για «διαμάντια» με τεράστια αξία και κυρίως με πολύ μεγάλες προοπτικές να προσφέρουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, με το ανάλογο κέρδος. Και, το κυριότερο, αφορά επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας, που συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη και τη λειτουργία της κοινωνίας. Άλλωστε, στον σύγχρονο κόσμο, χωρίς ενέργεια τίποτε δεν μπορεί να πάει μπροστά.
Εδώ και τρία χρόνια, από την εποχή έναρξης των παρενεργειών της μνημονιακής εποχής, στον κατάλογο των αποκρατικοποιήσεων και σε περίοπτες θέσεις φιγουράρουν οι ισχυρότερες επιχειρήσεις της χώρας που ασχολούνται με την ενέργεια. Όλες με κομβική θέση στο ενεργειακό σύστημα των Βαλκανίων και με στρατηγική θέση στην περιοχή.
Ακριβώς αυτό είναι που θέλουν να εκμεταλλευτούν όσοι «μνηστήρες» έχουν μαζευτεί σαν τα κοράκια πάνω από τις προς πώληση επιχειρήσεις, για να τις αποκτήσουν όσο γίνεται φθηνότερα. Και σε αυτή την επιδίωξη έχουν συμμάχους τους εγχώριους «φιλομνημονιακούς», που σπρώχνουν όλες τις εξελίξεις προς αυτή την κατεύθυνση.
Θυμηθείτε, άλλωστε, ποιος θα χειριστεί τα θέματα των ιδιωτικοποιήσεων της δημόσιας περιουσίας, μεταξύ αυτών και των ενεργειακών επιχειρήσεων. Πρόεδρος του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων τοποθετήθηκε ο πρώην διοικητής της ΔΕΗ Τάκης Αθανασόπουλος. Επί της θητείας του στη μεγαλύτερη ενεργειακή επιχείρηση της χώρας επιχειρήθηκε η δημιουργία κοινοπρακτικών σχημάτων με τη γερμανική RWE, καθώς τότε δεν είχε... ωριμάσει ακόμη η ιδέα της πώλησης της επιχείρησης ηλεκτρισμού.
Το μεγάλο κόλπο
Οι αντιδράσεις που ξεσήκωσε τότε η τακτική αυτή οδήγησαν στη ματαίωση των σχεδίων των Γερμανών και των «φίλων» τους στην Ελλάδα. Ίσως τώρα να ήρθε ο καιρός να προσπαθήσουν πάλι...
Άλλωστε, στις σημερινές συνθήκες θα έρθει φθηνότερα στους Γερμανούς ή σε οποιονδήποτε άλλο προσπαθήσει να αποκτήσει τη ΔΕΗ απ’ όσο πριν από μερικά χρόνια. Το κόλπο είναι πολύ απλό και πολύ γνωστό. Μάλιστα εφαρμόζεται σε όλα τα περιουσιακά στοιχεία του Ελληνικού Δημοσίου, που στην κυριολεξία βγαίνουν στο σφυρί και ξεπουλιούνται:
Οι κερδοφόρες εταιρείες διασπώνται σε τομείς του έργου τους και τα πιο κερδοφόρα κομμάτια – τα φιλέτα – προσφέρονται στους υποψήφιους αγοραστές, ενώ οι ζημιογόνες δραστηριότητες θα παραμείνουν στο Δημόσιο, για να συνεχίσει να δανείζεται και να διογκώνει το χρέος, ώστε να καλύπτει τα ελλείμματα (άλλα όμως μας λένε οι οπαδοί των μνημονίων!).
Κι όμως, αυτές οι ίδιες οι επιχειρήσεις έγιναν μεγάλες και τρανές, κάλυψαν τις ανάγκες της χώρας και συνεχίζουν να συμβάλλουν στην ενεργειακή ασφάλεια όσο ήταν στην ιδιοκτησία του κράτους και παρά τα προβλήματα που δημιουργούσε ο ρουσφετολογικός τρόπος με τον οποίο τις χρησιμοποίησαν επί δεκαετίες όλες οι κυβερνήσεις.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η ΔΕΗ, η οποία ηλεκτροδότησε όλη τη χώρα ως κρατική εταιρεία, και η ΔΕΠΑ, που κατασκεύασε όλη την εσωτερική υποδομή για το φυσικό αέριο και πρωταγωνιστεί στα σχέδια για διεθνείς διασυνδέσεις της χώρας μας.
Ηλεκτρισμός
Στον τομέα του ηλεκτρισμού ηγετικό ρόλο έχει η ΔΕΗ, είτε ως ενιαία επιχείρηση είτε σε κομμάτια. Η παραγωγή και η λιανική είναι οι δραστηριότητες που προσφέρουν υψηλή κερδοφορία κι αυτό είναι που ενδιαφέρει όσους ιδιώτες θα εμφανιστούν (είτε με θυγατρικές είτε ακόμη και με εταιρείες - δορυφόρους) για να διεκδικήσουν την κρατική εταιρεία ηλεκτρισμού. Ο τομέας της μεταφοράς και των δικτύων δεν τους ενδιαφέρει τόσο, καθώς δεν δίνει μεγάλα κέρδη, αλλά και απαιτεί μεγάλες και συνεχείς επενδύσεις για εκσυγχρονισμό των συστημάτων.
Το «κλειδί» στην υπόθεση της ΔΕΗ, ωστόσο, είναι δύο από τα πιο «πολύτιμα» πάγια που διαθέτει: Ο λιγνίτης και τα «νερά». Ο πρώτος αποτελεί την πιο φθηνή πρώτη ύλη για παραγωγή ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο και η χώρα αυτή είναι ευλογημένη να τον διαθέτει ως τον μοναδικό (προς το παρόν και μέχρι να αποδειχθεί ότι έχουμε και πετρέλαιο) εθνικό ενεργειακό πόρο.
Τα υδροηλεκτρικά αποτελούν μία «καθαρή» μορφή ενέργειας, που όλοι θέλουν να την έχουν υπό τον έλεγχό τους, αλλά χρειάζονται τεράστια κεφάλαια και χώρος για να κατασκευαστούν. Όμως, όταν οι μονάδες είναι έτοιμες, τότε αλλάζει το πράγμα και οι «μνηστήρες» επιδιώκουν να τις αποκτήσουν όσο γίνεται φθηνότερα.
Ήδη η ΔΕΗ διασπάστηκε σε τρεις θυγατρικές, στους τομείς της παραγωγής, της μεταφοράς και της διανομής. Ακόμη δεν έχει ξεκαθαρίσει ποιο μοντέλο ιδιωτικοποίησης θα επιλεγεί, αλλά, για να γίνουν όλα γρήγορα και αποτελεσματικά (δηλαδή φθηνότερα για τους επίδοξους αγοραστές της), μάλλον θα οδηγηθούμε σε πώληση του 51% των μετοχών που κατέχει το Δημόσιο στη μητρική επιχείρηση.
Στο σημείο αυτό δημιουργείται το μέγα ερώτημα: Με ποιον τρόπο θα καθοριστεί το τίμημα που θα καταβάλει ο μελλοντικός ιδιοκτήτης; Με βάση τη χρηματιστηριακή της αξία (τιμές της Δευτέρας 13.8) η ΔΕΗ αποτιμάται σε περίπου 540 εκατ. ευρώ!
Η αποτίμηση αυτή είναι εξευτελιστική, εάν υπολογίσει κανείς πως μόνο η μονάδα που κατασκευάζεται στο Αλιβέρι και αποτελεί τον πιο σύγχρονο σταθμό παραγωγής στο χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης κοστίζει περίπου 1,2 δισ. ευρώ! Δηλαδή δύο φορές περισσότερο από τη χρηματιστηριακή αξία όλης της επιχείρησης, η οποία ελέγχει περίπου το 70% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρισμού στη χώρα και σχεδόν το 95% της διανομής!
Με άλλα λόγια, ο μελλοντικός μεγαλομέτοχος θα γράψει στα λογιστικά του στοιχεία πάγια δεκάδων δισ. ευρώ, ενώ, εάν το τίμημα καθοριστεί με βάση τη χρηματιστηριακή αξία, θα αποκτήσει τον έλεγχο της ΔΕΗ δίνοντας μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια! Ακόμη και... χουβαρντάς να εμφανιστεί και να δώσει το σύνολο της χρηματιστηριακής αξίας για το 51% των μετοχών, πάλι το τίμημα είναι ελάχιστο σε σύγκριση με όσα θα αποκτήσει!
Την ίδια στιγμή το Ελληνικό Δημόσιο δεν θα έχει την παραμικρή παρέμβαση στην αγορά ηλεκτρισμού, ακόμη και για θέματα ενεργειακού σχεδιασμού, καθώς η πώληση της ΔΕΗ θα αφήσει ελεύθερο το πεδίο στους ιδιώτες, οι οποίοι σχεδιάζουν και εκτελούν με βάση το κέρδος και μόνο!
Φυσικό αέριο
Περίπου παρόμοιες καταστάσεις διαμορφώνονται και στον τομέα του φυσικού αερίου με μία μικρή διαφορά: ούτε η ΔΕΠΑ ούτε ο ΔΕΣΦΑ (ο διαχειριστής του συστήματος) είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο, οπότε εκεί... πιάνουν δουλειά οι οίκοι αξιολόγησης, οι οποίοι έχουν πελάτες τους ιδιώτες και ελάχιστα (έως καθόλου) ενδιαφέρονται για τα έσοδα που θα έχει το Ελληνικό Δημόσιο.
Οι τελευταίες αποτιμήσεις για τη ΔΕΠΑ τοποθετούσαν την αξία της λίγο πάνω από το ένα δισ. ευρώ, τιμή στα όρια του εξευτελισμού, εάν υπολογίσουμε τις επενδύσεις που έχει κάνει επί περίπου μία εικοσιπενταετία, αλλά και την αύξηση της κερδοφορίας που παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια. Πολύ περισσότερο, όταν η ΔΕΠΑ αποτελεί έναν από τους βασικούς «παίκτες» (και πάντως απαραίτητο κρίκο στην αλυσίδα) για τα μεγάλα σχέδια κατασκευής του νότιου διαδρόμου μεταφοράς αερίου από την Κασπία και την Ανατολή προς τις δυτικοευρωπαϊκές αγορές.
Ισχύει επίσης ό,τι και με τον ηλεκτρισμό: Η πώληση της ΔΕΠΑ (πολύ περισσότερο του ΔΕΣΦΑ, που διαχειρίζεται τις εγκαταστάσεις) αφαιρεί από το Ελληνικό Δημόσιο κάθε πρόσβαση στην αγορά, στον σχεδιασμό για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών και στους χειρισμούς για τις διεθνείς διασυνδέσεις.
Ένα άλλο (αλλά εξίσου κερδοφόρο) κομμάτι είναι αυτό των Εταιρειών Παροχής Αερίου, δηλαδή των τοπικών διανομέων, που δοκιμάστηκε σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία, με την παραχώρηση της διοίκησης σε ιδιώτες.
Το οξύμωρο στην υπόθεση είναι πως παραχωρήθηκαν μερίδια και διοικήσεις σε επενδυτές για να μην υπάρχει «κρατικό μονοπώλιο», δημιουργώντας μικρά «ιδιωτικά μονοπώλια» (απαγορεύεται σε τρίτον η ίδια δραστηριότητα). Κι όμως, οι ιδιώτες (και μάλιστα «τρανταχτά ονόματα» από το εξωτερικό) αποδείχθηκαν λίγοι στη διαχείριση των επιχειρήσεων αυτών, όπως δείχνει το παράδειγμα της Αττικής.
Πετρέλαιο - καύσιμα
Η υπόθεση της διύλισης πετρελαίου και παραγωγής καυσίμων έχει παρόμοια χαρακτηριστικά, αλλά και σημαντικές διαφορές.
Με τέσσερα διυλιστήρια να λειτουργούν στη χώρα, τα τρία ανήκουν στον όμιλο των ΕΛ.ΠΕ., των οποίων περίπου το 41% ανήκει στον όμιλο Λάτση και περίπου το 35,5% στο Δημόσιο. Η χρηματιστηριακή αξία της επιχείρησης είναι περίπου 1,8 δισ. ευρώ (κατάφερε να αποφύγει τη μεγάλη «κατρακύλα» της υπόλοιπης αγοράς, για ευνόητους λόγους) και, εφόσον το τίμημα της πώλησης υπολογιστεί με βάση αυτή την αποτίμηση, το Δημόσιο θα περιμένει έσοδα περίπου 640 εκατ. ευρώ.
Και σε αυτή την περίπτωση η αποτίμηση είναι τουλάχιστον αστεία, καθώς μόνο στην Ελευσίνα, για την αναβάθμιση του παλαιού διυλιστηρίου, ο όμιλος επένδυσε περίπου 1,6 δισ. ευρώ! Άλλωστε, ο έτερος μεγαλομέτοχος, ο Σπύρος Λάτσης, δεν φαίνεται διατεθειμένος (τουλάχιστον σε αυτή τη συγκυρία) να δώσει και το δικό του μερίδιο στο πλαίσιο της αποκρατικοποίησης, παρά τις όποιες φήμες ακούγονται κατά καιρούς στην αγορά περί απόφασης για αποχώρηση.
Ο επιχειρηματίας γνωρίζει πολύ καλά ότι έπειτα από μερικά χρόνια, όταν η χώρα ξεπεράσει την οικονομική κρίση, ο όμιλος θα κοστίζει πολύ ακριβότερα και τότε οι τιμές που θα του προσφέρουν οι ενδιαφερόμενοι θα είναι πολλαπλάσιες.
το ποντίκι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου