Του Παναγιώτη Μαυροειδή
Ολόκληρος
ο πρωθυπουργός βγήκε μέσα στη βροχή για να ανακοινώσει την επίταξη των
εργαζομένων στο ΜΕΤΡΟ. Δεν είναι και απλό πράγμα. O πολύς κύριος
Σαμαράς ούτε που πάτησε στο ‘’ναό της δημοκρατίας’’, στη Βουλή, όταν
γινόταν συζήτηση για τη λίστα Λαγκάρντ. Άφησε τότε ένα θλιβερό Βενιζέλο
να βγάλει τα μάτια του. Αλλά τώρα ο εχθρός λαός είναι προ των πυλών και
είναι πιο επικίνδυνος φαίνεται από τους κοινοβουλευτικούς διαξιφισμούς
που λύνουν τις...διαφορές με χαρτάκια σε κάλπες.
Είχε
προηγηθεί ο Υπουργός Μεταφορών για να υπερηφανευτεί ότι αυτός πρότεινε
την επιστράτευση. Και αυτό έχει τη σημασία του. Τόσες και τόσες φορές,
οι υπουργοί ούτε που πατάνε στη Βουλή, για να απαντήσουν σε επερωτήσεις
βουλευτών που τους αφορούν άμεσα. Και αποκρίνονται στους ελαχιστότατους
παρόντες, οι ορντινάτσες τους και οι τοίχοι. Αλλά τώρα, το θέμα ήταν
σοβαρό, τα ερωτήματα τα έθεταν εργάτες με συλλογικό τρόπο. Έπρεπε
λοιπόν ο εθνικός ήρωας που κατάφερε να χαρίσει την Ολυμπιακή στο
Βγενόπουλο, να βγει στο κυνήγι της κατουρημένης ποδιάς.
Πόσο
γελοίοι ακουγόταν αλήθεια! Ο φυσιολογικός άνθρωπος, για να καταφερθεί
εναντίον κάποιου, με οποιοδήποτε τρόπο, πρέπει πρώτα να έχει θυμώσει,
σωστά ή δίκαια. Αλλά για να θυμώσεις, πρέπει να υπάρχουν πράγματα που
αγαπάς πολύ και άλλα τόσα που τα μισείς με το αντίστοιχο πάθος,
έχοντας αρχές και αξίες. Αλλά ο πρωθυπουργός, ο υπουργός και όλο το
σινάφι τους, δεν γνωρίζουν τι είναι αυτά τα πράγματα. Δεν είναι ικανοί
ούτε και να παραστήσουν το θυμωμένο. Φωνές άτονες, νεκρές, επίπεδες,
σαν computerized μηνύματα σε ΑΤΜ Τράπεζας. Πρόσωπα ανέκφραστα, να σου
θυμίζουν τις πλαστικές της Τρέμη. Καρτούνς από ξεφτισμένο κόμικς, χωρίς
υπόσταση. Ξανακούστε τους, θα το διαπιστώσετε….
Αλλά
ήταν και τα κανάλια εκεί. Με τη συκοφαντία ‘’παρά πόδα’’. Να προλάβουν
να ρίξουν από μια πέτρα… Την προηγούμενη μέρα, ένας θλιβερός από
δαύτους, επικαλείτο την θητεία του στο εργατικό ρεπορτάζ αριστερής
εφημερίδας πριν τριάντα χρόνια, για να βεβαιώσει ότι γνωρίζει πολύ καλά
πως ‘’οι απεργοί τρώνε και πίνουν στα σπίτια τους, στην υγεία των
κορόιδων’’. Αυτός, είναι αλήθεια, ξεχώριζε από τον Σαμαρά και τον
Χατζηδάκη. Ξεχείλιζε το στόμα του από μίσος. Οι απλώς αξιοπρεπείς
άνθρωποι, οι κάθε άλλο παρά ήρωες, κάνουν τους γενίτσαρους να νοιώθουν
τόσο μα τόσο τιποτένιοι και αθεράπευτα ελεεινοί.
Και
όμως, ο Σταματόπουλος, ο πρόεδρος των εργαζομένων στο ΜΕΤΡΟ, με την
απλότητα, την καθαρότητα του, ‘’δουλεύει για αυτούς’’, άθελά του
βέβαια ο άνθρωπος. Κάνει όλους αυτούς τους σκυμμένους καραγκιόζηδες να
φαίνονται τόσο μα τόσο απαραίτητοι, τολμηροί και αδίστακτοι στο βρώμικο
ρόλο τους. Για να εφαρμόσουν την οικονομική και κοινωνική γενοκτονία για
χάρη της τρόικας και της οικονομικής ολιγαρχίας.
Για να στεριώσουν μια
σύγχρονη χούντα και να οργανώσουν την ταφή των λαϊκών ελευθεριών. Για
να σταυρώσουν όσους αγωνίζονται. Όσο πιο άγρια εμφανίζεται η απεργία των
εργαζομένων, όσο πιο εξωφρενική παρουσιάζουν την απλή απαίτηση ‘’κάτω
τα χέρια από τη ζωή μας, δεν παραδινόμαστε’’, τόσο αυτοί εμφανίζονται ως
χρήσιμοι. Χρήσιμοι ηλίθιοι, αλλά χρήσιμοιι. Θυμηθείτε τον πρίγκηπα
Harry: ''Σκότωσα και γω Ταλιμπάν''...
Από
δίπλα όμως, υπάρχουν και άλλοι επιστρατευμένοι, εκτός από τους
απεργούς. Είναι οι ‘’αγαναχτισμένες επιβάτες’’, να ξερνάνε από το στόμα
ότι γλυκά γλυκά και καταχθόνια τους βάζει στο μυαλό ο κάθε
χρυσοπληρωμένος Πρετεντέρης που τολμά να ρωτάει πόσα παίρνει ο
μηχανοδηγός. ‘’Δεν είναι τσιφλίκι τους τα μέσα μεταφοράς. Τα έχουμε
χρυσοπληρώσει’’, είπε μια κυρία. Θα ρωτήσει άραγε πόσο θα ξεπουληθεί η
ΕΥΔΑΠ; Θα το ξέρει όταν θα λέει το νερό νεράκι;
Αυτή
η φιγούρα είναι πράγματι η πιο τραγική. Δεν την μισούμε, μας πληγώνει.
Είναι οι πελάτες, οι καταναλωτές, που έχουν δικαίωμα να είναι ανοιχτά
τα μαγαζιά 24 ώρες και ας μην έχουν λεφτά. Οι οδηγοί που πάντα
βιάζονται, να πάνε πού; Οι άνθρωποι της ουράς που βρίζουν τους
υπαλλήλους του ΙΚΑ, τη χιλιοταπεινωμένη νοσοκόμα που δίνει την ψυχή της,
τον απλήρωτο ειδικευόμενο γιατρό, αλλά που κάθονται κλαρίνο στο ΥΓΕΙΑ,
την στιγμή που τα σκάνε.
Είναι οι νταλικιέρηδες που μισούν τους αγρότες ή
τους ναυτεργάτες, που κλείνουν δρόμους ή σταματούν πλοία. Αλλά και οι
μαγαζάτορες που απεχθάνονται τους μεταφορείς, όταν αυτοί με τη σειρά
τους διεκδικούν. Είναι οι γονείς που τους φταίει η δασκάλα και οι
καθηγητές που ξεσπάνε στα παιδιά.
Είναι, όλοι αυτοί, που διασκεδάζουν
τον συμβιβασμό τους, με την καταγγελία της αδιαφορίας του ‘’άλλου’’.
‘’Πάντα για τους άλλους μιλάμε’’, που λέει και το τραγούδι… Είναι οι
κομματιασμένοι άνθρωποι. Που όλοι έχουν το δικό τους δίκιο, αδυνατώντας
να αναγνωρίσουν και σημαδέψουν το ουσιαστικό και πραγματικό άδικο.
Και
αυτοί όμως χρωστάνε πολλά, πάρα πολλά. Και στον ξεχασμένο Σιφωνιό της
Χαλυβουργίας, και στον Σταματόπουλο του ΜΕΤΡΟ. Σε αυτό που τους έλαχε να
αντιπροσωπεύουν: Την προσπάθεια να γίνονται οι αγαναχτισμένοι, οι
αδικημένοι, οι ανήμποροι, οι χαμένοι του κοινωνικού κανιβαλισμού, από
άμορφη μάζα αλληλο-κατηγορούμενων και άρα χειραγωγούμενων ατόμων,
συλλογικό υποκείμενο αγώνα, περηφάνιας, αξιοπρέπειας και ανατροπής.
Και
το ξέρουν ότι χρωστάνε πολλά. Για αυτό και πίσω από τις κατηγορίες του
συρμού ενάντια στον εκάστοτε απεργό ή διαδηλωτή, κρύβεται στον θλιβερό
κατήγορο και ένας λυγμός, μια καταχωνιασμένη δειλή ελπίδα να νικήσει και
για αυτόν ο αγωνιζόμενος. Και όταν ‘’οι δρόμοι τραγουδάνε’’, όπως μας
έλεγε ο Θ. Αγγελόπουλος, όλα είναι δυνατά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου