Παρασκευή 31 Αυγούστου 2012

Οταν το καθεστως μπουρδολογει

  by


Το τέλος του κόσμου, όπως τον ξέρουμε,  δεν έρχεται ούτε από την κλιματική αλλαγή ούτε από κάποιον από μηχανής ευλογημένο ουράνιο μετεωρίτη. Το τέλος του κόσμου συμπίπτει με την καταστροφή των εννοιών και ερχεται ως συνήθως από τα γραφεία του City πασπαλισμένο με μια  γερή δόση νιχιλιστικού συμπλέγματος ανωτερότητας και νεοφεουδαρχικής μπουρδολογίας.
 Όταν βέβαια η μπουρδολογία γίνεται νομοθεσία με τις ευλογίες των πιο έγκριτων παχυλών πανεπιστημιακών του κλάδου τότε ο ορθός λόγος που έκανε κάποτε τον διαφωτισμό μια αχτίδα ελπίδας για τον κατατρεγμένο από την πνευματική και οικονομική χολέρα άνθρωπο του μεσαίωνα θάβεται εκ νέου. Κι αυτή τη φορά η γρανιτένια ταφόπλακα γράφει πάνω της με τεράστια μαύρα γράμματα απαισιοδοξίας την παλαιότατη ελληνική λέξη Α-ΝΟΗΣΙΑ. Στα ελληνικά γιατί? Όχι πάντως λόγω της συντελούμενης ασέλγειας πάνω στο νεκροφανές σώμα της ελληνικής κοινωνίας.
 Χειρότερα ακόμα η δική μας νεοελληνική παρακμιακή απόσταση μας εμποδίζει έστω και να τον προσεγγίσουμε αν και είναι βαθύτατα ελληνικός. Μας χρειάζεται λοιπόν ένας βελτιωτικός κρύσταλλος όρασης, ο Jankelevitch που στο νοητικό κέντημά του «η Ειρωνεία» κάνει, μεταξύ άλλων, μια ανατριχιαστική για τον σημερινό  έλληνα αναγνώστη λογοτεχνική μεταφορά. «Η σωκρατική λιτότητα υπήρξε κατά κάποιον τρόπο η ιστορική αποστολή της Ελλάδας, αν είναι αλήθεια πως η νικημένη Ελλάδα θριαμβεύτρια όμως μέσω της ίδιας της της ήττας, συμβολίζει την τελική νίκη του πνεύματος και τη δύναμη του αδυνάμου, την ισχυρή αδυναμία απέναντι στην αδύναμη ισχύ…Τα ελληνικά όπλα θα υποκύψουν στο πεδίο της μάχης, αλλά η ελληνική ειρωνεία ανανεώνει κάθε στιγμή τη μεγάλη νίκη της Σαλαμίνας ενάντια στους δράκοντες; του άμετρου και της γελοίας έμφασης»

Πικρή γεύση στο στόμα, επίγευση όλων εκείνων των πνευματικών ηττών που μας έφεραν εδώ που είμαστε. όλους παγκοσμιοποιητές και παγκοσμιοποιημένους στα κοφτερά δόντια των δρακόντων του άμετρου και της γελοίας έμφασης. Η προσπάθεια φρανκεσταϊνικής γλωσσοραπτικής με στόχο τον ελέγχο και την οικονομική εκμετάλλευση ακόμη και των οικοσυστημάτων που εκπορεύεται από το Βρετανικό κράτος είναι ενδεικτική.

 Στο βασίλειο του υπαρκτού τεχνο-καπιταλισμού η φύση ονομάζεται «φυσικό κεφάλαιο», τα φυσικά φαινόμενα «υπηρεσίες οικοσυστήματος» και η βιοποικιλότητα και οι οικότοποι είναι “κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων” μέσα σε μια “αγορά οικοσυστημάτων”, όπως διαβάζει κανείς στο εμφατικό άρθρο του George Monbiot στην Guardian. Μια ετικέτα τιμής κρεμασμένη σε κάθε τοπίο που είδε στις Εποχές του ο James Thomson  (The Seasons” (1726-1730)) σε κάθε δέντρο που τραγούδησε η ελληνική δημοτική ποίηση, σε κάθε αλώνι όπου στάθηκαν ήρωες υπαρκτοί και λογοτεχνικοί κάθε πολιτισμού και εποχής για να δώσουν μια μάχη ή να γευτούν τον έρωτα με αποκορύφωμα τον ομηρικό επίγονο Διγενή που πολεμάει τον ίδιο τον θάνατο σε ένα τέτοιο αλώνι, απομεινάρι θαυμαστο ερμιάς και μεγαλείου (βλ.Σολωμός – Ο Πόρφυρας) μιας παράδοσης  που περιφρονούσε τις νεωτερικές απωθήσεις του θανάτου και τις χειρουργικές ψευδολογίες επιμηκυμένης νεότητας.

Αλοίμονο, ο  άνθρωπος,  φαουστικός, επικυρίαρχος πλέον πάνω σε κάθε απομαγευμένο φυσικό πράγμα, και αφόρητα αντιμέτωπος με το αδιέξοδο της κοινωνικής και ατομικής θνητότητας να βυθίζεται στην άρνηση και τη λήθη οπως λέει κι ο Καστοριάδης (1).
Και τι άλλο παρά ειρωνεία, τραγική ενδεχομένως, δεν αποτελεί ότι αυτού του τύπου οι αρλουμπο-νομοθεσίες που πραγματώνονται πρώτα στο “σάπιο βασίλειο της Δανειμαρκίας”,  ψηφίζονται στο όνομα των “πνευματικών δικαιωμάτων”, λέξεις που χρησιμοποιούνται ως ραδιουργικός ευφημισμός για το αντίστροφο, την ιδιωτικοποίηση της  συλλογικής διανοητικής εργασίας.

Η μπουρδολογία  δεν σταματά  σε γλωσσικές νεοπλασίες, δκαιώνοντας όσους ταυτίζουν την απώλεια των εννοιών με εκείνη της σκέψης.  Στους τελευταίους Ολυμπιακούς αγώνες, με δικαιολογία ακριβώς αυτά τα πνευματικά δικαιώματσ καταπατήθηκε κάθε χωρική έννοια ελευθερίας που έχει απομείνει στον πολίτη του νέου καθεστώτος. 
Φουρναραίοι, και γιαγές έπεσαν ηρωϊκά μαχόμενοι για το δικαίωμα στο να σχηματίσουν τους ολυμπιακούς δακτυλίους με ζύμη ή πλεκτό και ανθοπώλες μετατράπηκαν σε σύμβολα αντίστασης καθώς τα χρωματιστά λουλούδινα στεφάνια των ολυμπιακών κύκλων κατάσχονταν με ζήλο που θα ζήλευε σταλινικός λογοκριτής!

Όσοι ξέρουν την ιστορία της λογοκρισίας παγκοσμιως δεν εκπλήσσονται.  Η απουσία νοήματος των πράξεων στο άνω όριο του ασκούμενου ελέγχου επί των πολιτών ενός καθεστώτος, υποδηλώνει και την απαρχή της ιδεολογικής του παρακμής. Κάποτε ήταν οι σταλινικοί γραφειοκράτες που καταδίκαζαν στο πυρ το εξώτερο τον ιμπρεσσιονισμο!!!  στη ζωγραφική και αναθεμάτιζαν την κυματική φυσική!!! ως αποπροσανατολιστική δοξασία της αστικής παρακμής. 
 Αν πλέον ο τεχνο-καπιταλισμός κυνηγάει τις γιαγιάδες που πλέκουν πλεκτά για φιλανθρωπικές εκδηλώσεις μπορούμε ίσως να αισιοδοξούμε για την πτώση του. Αν αυτή αργεί τότε δουλοπρεπέστατοι και ετερονομοταγείς ως Ελληνες δυνάμεθα να απαγορεύσουμε – έτσι για το κέφι μας – τη χρήση των λέξεων “Ολυμπιακοί αγώνες” αφού έτσι ορίζει η αγγλική νομοθεσία περί πνευματικών δικαιωμάτων. 
Και με ραγιαδική επιμέλεια, να επεκτείνουμε το μέτρο σε μερικές χιλιάδες  ελληνικές λέξεις που αφορούν τις επιστήμες γιατί όχι αν έτσι ορίζει το νέο στυλ μπουρδο-διακυβέρνησης; Γιατι μόνο τα δάνεια μας να υπόκεινται στο αγγλικό δίκαιο και ουχί τα γλωσσικά δάνεια;

Αν δεν ήταν τόσο τραγικό θα ήταν σίγουρα αστείο. Με αυτές τις πρακτικές της δήθεν προφύλαξης αποκλειστικών “δικαιωμάτων” των μεγάλων πολυεθνικών, στο ποιος θα χρησιμοποιεί τις λέξεις “Ολυμπιακοί αγώνες”, ποιος θα τρώει και που ποιας μάρκας τηγανητές πατάτες, τι θα φοράει κανείς και που,  και αλλα πολλά που περιγράφονται εκτενώς στο υπέροχο άρθρο του S.I.Lex έχουν ιδιωτικοποιηθεί ουσιαστικής σημασίας δημόσια αγαθά, όπως οι λέξεις της γλώσσας, οι  πληροφορίες, ο αστικός χώρος, οι δημόσιες μεταφορές, τα τρόφιμα, οι ενδυματολογικοί κώδικες.

Η Hannah Arendt, εξηγεί πολύ καλά ότι ο ολοκληρωτισμός  λειτουργεί καταστρέφοντας τη διάκριση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Στην περίπτωση των φασιστικών κασθεστώτων του μεσοπολέμου ή του σταλινισμού, είναι η δημόσια σφαίρα, που περιβάλλει τον ιδιωτικό τομέα ως που να τον καταβροχθίσει εντελώς. Οι υπερβολές του τεχνο-νεοφιλελευθερισμού που περιγράψαμε -και όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον, αλλά και τη νομοθεσία που εγκρίθηκε, αναρωτιέται κανείς με τι νομική βάση, για τους Ολυμπιακούς αγώνες- λειτουργούν με τον αντίστροφο τρόπο. Αυτή τη φορά είναι η ιδιωτική σφαίρα που κυριεύει τον δημόσιο χώρο και τον καταστρέφει για να τον υποβάλλει στη δική της  αποκλειστική λογική. Οι καταστροφικές επιπτώσεις στις ατομικές ελευθερίες είναι ουσιαστικά ταυτόσημες.

Οι εννοιες μαζί με τον φυσικό κόσμο, τα δημόσια αγαθά, η συλλογική μας διανοητική κληρονομιά, όλα μοιάζουν να έχουν μπει στο προκρούστειο κρεβάτι του καθεστώτος, που παραζαλισμένο στον εθισμό του για χρήμα κόβει ο,τι περισσεύει και τραβάει ό,τι υπολείπεται μέχρι να “εφαρμόσει” τη δική του σαχλή ιδέα για την ύπαρξή μας και το νόημα της.  Και σε αυτό το κατασκευασμένο  και απονευρωμένο πολιτιστικό  multi culti σούπερμάρκετ  μπορεί ο καθένας να ξεχαστεί διαλέγοντας μια  μαραμένη και ρηχή απομίμηση ζωής,  μια αποχυμωμενη τουριστική σχέση με τον “άλλο” (άνθρωπο, πολιτισμό).

Η ιστορία έχει αποδείξει ωστόσο, οτι ακόμη και οι μεγαλύτερες τυραννίες που γνώρισε η ανθρωπότητα “έπεσαν” όταν έχασαν το έρεισμα τους στον ορθό λόγο. Όταν λοιπόν το καθεστώς μπουρδολογει, οι απανταχού αποκλεισμένοι έχουν ένα λόγο να υπομειδιούν προσμένοντας την πτώση.


(1) “Στις πλουσιες κοινωνίες με το τέλος των πολιτικών πεποιθήσεων και την  εξασθένιση της ικανότητας της κοινωνίας να δημιουργήσει νέες αξίες, οι οποίες θα μπορούσαν να σημαίνουν κάτι, κυριαρχεί αυτό που ο Pascal θα αποκαλούσε διασκέδαση, περισπασμό, λήθη. Δεν θέλουν να γνωρίζουν οτι είναι θνητοί, οτι θα πεθάνουν, οτι “επέκεινα” δεν υπάρχει, ούτε πληρωμή, ούτε αμοιβή. Ξεχνιούνται βλέποντας τηλεόραση κι αυτό δεν σημαίνει μια “κοινωνία του θεάματος” αλλά μια κοινωνία της λήθης, της λήθης του θανάτου και της διαπίστωσης ότι η ζωή δεν έχει νόημα παρά μόνο εκείνο το οποίο εμείς είμαστε ικανοί να της δώσουμε. (Συνέντευξη στον Marc Weitzamann , L’autre Journal 1993)

Πηγη :δι@λέκτορες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου